Εκτύπωση

Το θηρίο του Νησιού

Άρθρο της κατηγορίας: ΚΥΝΗΓΟΣ

«Γιώργο το είδα πάλι το θηρίο, ήρθε στο μαντρί στις κοπάνες με την τροφή και μάλωνε με τα σκυλιά μου» είπε η φωνή από την άλλη μεριά της γραμμής. Γνώριμη φωνή, του Κώστα από το Δομένικο φίλου καλού και λαγοκυνηγού παθιασμένου που έχει την τύχη το μαντρί του να βρίσκεται δίπλα αν όχι μέσα σε ένα από τους καλούς αλλά και δύσκολους κυνηγότοπους της περιοχής μας.
«Να το κάνω τι ρε φίλε τώρα, που χρόνια πέντε δεν μας έδωσε τον ζουρνά να του ρίξω κάνα δυο μονόβολα; Τώρα που τέλειωσε το κυνήγι;» Γελάσαμε και οι δύο και μου είπε για την «στενή επαφή τρίτου τύπου» που είχε με τον Κάπρο του «Νησιού».
Το «Νησί», ένα πουρναροτόπι μέσα στο βουνό που είναι σε μια μακρόστενη λωρίδα γης η οποία είχε πρόσβαση με το υπόλοιπο μέρος μόνο με μια στενή δίοδο σαν ισθμό και τριγύρω της ένας κοφτός, ψηλός και απότομος γκρεμός την τριγυρίζει. Την έκανε λοιπόν απρόσιτη η μορφολογία της από όλες τις πλευρές με το υπόλοιπο τοπίο. Το πουρνάρι που έτυχε χρόνια πριν να καεί, είχε γίνει πυκνό και άγριο. Κλειστό θανάτου. Η αλήθεια είναι πως κανείς δεν το έσκισε ποτέ αυτό το μέρος παρά το μεγάλο καπρί που χρόνια τώρα κατέφευγε εκεί. Και μια δυο φορές που μπήκαμε εκεί ή μάλλον προσπαθήσαμε, πάνω στα πυκνά πουρνάρια σαν τα πουλιά πατούσαμε, παρά στο έδαφος! Μόνο κάτι δυνατά σκυλιά που τόλμησαν να μπουν και τα έσκισε ό κάπρος και βγήκαν αποκαρδιωμένα ή έμειναν για πάντα εκεί...
Εκεί ο κάπρος-φάντασμα, ο «Μόμπυ Ντικ» η Λευκή Φάλαινα των γουρουνοκυνηγών, είχε την φωλιά του και το σίγουρο του καταφύγιο και όταν περνούσε εκεί σήμαινε το τέλος κάθε κυνηγίου. Πρώτη φορά ανταμώσαμε πριν 5 χρόνια. Πρώτη επαφή με το ίχνος του δίπλα από μια λούτσα σαν μπανιέρα μέσα στο κοκκινόχωμα. Για ώρα με τον Κώστα τον Γκουντούλα κοιτάγαμε με δέος το ίχνος. Καπρί που πρέπει να είναι πάνω από 120κιλά κρέας το συμπέρασμα. Πες ζωντανό να έχει βάρος πάνω από 250κιλά. Την ίδια μέρα το είδα να τρέχει προς το νησί με τα σκυλιά δίπλα του θαρρείς κουτάβια νεογέννητα που κυνηγούν την μάνα! Εκείνο πότε μακριά τους, πότε κοντά τους, να γυρίζει και να τα σκορπίζει σαν τραπουλόχαρτα στον αέρα, πάντα αγέρωχο να σκίζει τα πουρνάρια και να περνάει τα ξέφωτα ΞΕΡΟΝΤΑΣ πως κυνηγός εκεί δεν υπάρχει. Για ώρα το κάνανε στάμπα και δεν κινούσε. Μπήκαμε μέσα στο κλειστό να το φτάσουμε και να κάνουμε κλοιό έστω εκεί. Το έφτασα κοντά και σηκώθηκε άξαφνα, αφού είχε διαβάσει τους πάντες, μα από θόρυβο μα από την μυρουδιά, την «κοπάνησε» από ένα σημείο πονηρό μια νεροφαγιά στο ρέμα και κάτω από την μύτη του Αρχηγού που απλά δεν μπορούσε να δει το κρυφό ρέμα μέσα στο ρέμα! Πέρασε και από άλλα δυο καρτέρια που ακόμη θυμούνται την βαριά του οσμή και τον θόρυβο σαν παράσερνε, ορμητικός χείμαρρος θαρρείς, την βλάστηση να διαβεί για το «Νησί». Εκεί σταμάτησε και δεν στάθηκε τίποτα ικανό να το βγάλει. Σαν νύχτωσε μαζέψαμε τα σκυλιά που το έκαναν ώρες στάμπα βγήκαμε με τα χίλια ζόρια διανύοντας τα εκατό, ναι μη γελάτε εκατό μόνο, μέτρα που μπορέσαμε να μπούμε στο κλειστό σε δύο ώρες και από τότε συχνά πυκνά ακούγαμε για αυτό και πολλές φορές το βλέπουμε στο κυνήγι. Πάντα νικητής!
Άλλη φορά το είχαμε κλεισμένο από όλες τις μεριές ψηλά προς την κορυφή του βουνού. Είχαμε βρει τον ντορό του στην λάσπη του μονοπατιού. Ήταν σίγουρα αυτός, δεν χωρούσε αμφιβολία. Ο αρχηγός το έμαθε και αφού δεν είχαμε τίποτα άλλο αποφασίσαμε πως ήταν η μέρα του! Τα Καρτέρια άρχισαν τον ανηφορικό δρόμο τους και άλλοι απλώθηκαν στα σύνορα με τα χωράφια του μικρού κάμπου κάτω από το ατέλειωτο πουρναροτόπι. Διαλέξαμε τα πιο κατάλληλα σκυλιά δυνατά και ψυχωμένα που δεν θα μασούσαν τα λόγια τους σαν αντάμωναν τον Μονιά. Το βρήκαν σύντομα. Το μυαλό μου πήγε στο «νησί», λέω σε ένα σύντροφο να πιάσει κοντά στην είσοδο του δίπλα σε ένα χωράφι μακριά από την δράση και μου είπε ότι ήταν καλά εκεί που ήταν και δεν ήθελε να πάει, για να είναι μέσα στην δράση, όπως το ένιωθε αυτός. Λογικό θα πει κάνεις γιατί ποιος πάει να πιάσει στο πουθενά όταν τα σκυλιά σταμπάρουν αλλού; Με έτσουξαν τα κρεμμύδια, μα σαν παγανιέρης που είμαι ο ρόλος μου ήταν άλλος και εκεί πήγα.
Μακελειό. Το καπρί ήταν σε ένα δύσβατο μέρος και κάθε που με μύριζε άλλαζε τόπο για μερικά μέτρα. Που και που όταν δεν έβριζα μέσα μου και δεν ασχολούμουν με τα αγκάθια που με τρυπούσαν και τα κλαδιά που δεν παραμέριζαν να περάσω άκουγα, με την καρδιά μου να σφίγγεται, μέσα από το γαβγητό φωνές πόνου και το άγριο του γρύλισμα. Τρελό συναίσθημα ανικανότητας μαζί και λύσσας και φόβου για το αν προλάβω μην γίνει ζημιά σε κανένα σκύλο και από την άλλη μην φύγει ατουφέκιστο. Ξεκίνησε επιτέλους για πάνω και δεξιά προς το χωριό Δομένικο. «Προς τα πεύκα!» ακούστηκε μια φωνή. Το καπρί τράβηξε πίσω του τους σκύλους μας και μαζί τους κατρεριτζήδες που βιαστικά τρέχαν να αλλάξουν ζώμα. Το είχα καταλάβει τι πάει να κάνει και άρχισα να τρέχω αντίθετα από όλους. Προς το Νησί σκέφτηκα. Είχα δει τον σύντροφο που ήταν καρτέρι κοντά με τα κιάλια μου σε μια καρότσα να κάνει τον κύκλο να προλάβει την δόξα. Άνοιξα βήμα στο κλειστό, κολύμπι στον ωκεανό! Όποιος ξέρει και όλοι όσοι διαβάζετε τούτες τις αράδες το ξέρετε, το κλειστό έχει νομούς ανυπέρβλητους. Μια ακίδα μπήκε στο μάτι μου, το έπλυνα και κατευθύνθηκα για εκεί που πίστευα ότι πρέπει να πάω. Στον δρόμο είδα και τον Παππού να κοιτάζει από μακριά και αυτός.
Τότε το Καπρι Θεριό έκανε μια απότομη στροφή και άρχισε να γυρίζει προς το αρχικό σημείο της στάμπας και θα περνούσε διακόσια μέτρα πιο κάτω κάνοντας το γνωστό Λ της διαφυγής για όποιον έχει μελετήσει τον Αγριόχοιρο. Η ταχύτητα επιστροφής; Τριπλάσια από την ταχύτητα της ψευτοδιαφυγής! Το είδαμε φευγαλέα μέσα από ένα ξεφωτάκι, γιατί πήγαινε πουρνάρι πουρνάρι και μόνο σε κλειστό, να διαβαίνει ξανά τον ισθμό του «νησιού» και να χάνεται στη ασφάλεια του κάστρου του. Τα σκυλιά που έφτασαν εκεί πιάστηκαν από τον παππού που τα περίμενε και από εμένα που με έσφαζε ο πόνος στο μάτι μου. Πίσω και πάλι ήττα. Ήρθε ο αρχηγός. Η μέρα ήταν μπροστά μας οργάνωσε την παγάνα και μπήκαν δυο νέα παιδιά τσοπανόπουλα με πόδια ελαφίσια και η αφεντιά μου, ο μονόφθαλμος, να το βγάλουμε. Θα μου πεις τι πήγαινες; Βρε δεν μπορούσα να χωνέψω το χουνέρι που έπαθα και εγώ και όλοι μας... Θα πήγαινα και πεθαμένος!
Μπήκαμε μέσα με πολύ κόπο και στη άκρη του γκρεμού που κάπου κάπου υπήρχε λίγο πέρασμα. Το Θηρίο ο Βασιλιάς του νησιού είχε καταφύγει στην άλλη άκρη του. Εκεί που ο γκρεμός ήταν ασύλληπτος. Όλα καλά και όλα ρυθμισμένα από το στόμα του αρχηγού και μετά σιωπή. Εκείνος διάλεξε το πιο πονηρό σημείο στο ρέμα και έμεινε ακίνητος με το δάχτυλο στην σκανδάλη. Τα ντουφέκια πήραν φωτιά στην παγάνα που γινόταν απέναντι από τον γκρεμό. Ήμουν από δεξιά και ο Γιωργάκης ο «Προκόπης» από αριστερά, ο Στέλιος ο Μικρός στην μέση. Αγώνας να φτάσουμε εκεί που ο σκύλος ο Τσακίρ γάβγιζε από ώρα σε στάμπα. Μα εκεί που όλα φαινόταν ότι θα πήγαιναν καλά κάτι με έκανε γρήγορα να φωνάξω τον Λάμπρο τον νεαρό να προσέχει το ξέφωτο στο πιο ανοιχτό σημείο! Την ίδια στιγμή το γουρούνι περνούσε στο σημείο που έπρεπε να είναι ο Μικρός και ο Αρχηγός ο Δήμος σφύριξε το τέλος.
Το Καπρί αυτό ο Μονιάς του «Νησιού» όπως πια τον ξέρουν όλοι εκεί, έχει τώρα που το σκέφτομαι κάτι πολύ πάρα πάνω από τύχη και εμπειρία. Έχει μυαλό. Πριν κινηθεί έχει εξετάσει τα πάντα και όταν κινείται απλά αλλάζει τόπο να πιάσει άλλες οσμές από σημεία νεκρά από το προηγούμενο. Όταν διαβάσει το κυνηγοτόπι όλο, με τα νέα δεδομένα κάθε φορά των κυνηγών, κάνει την κίνηση του με αποφασιστικότητα και ευρηματικότητα, που πάντα όμως καταλήγει στο «Νησί», αλλά μας έχει πείσει όλους ότι μόνο εκεί δεν θα πήγαινε...
Εκεί με την ησυχία του σχεδιάζει την βραδινή του εξόρμηση!

Σημείωση: Τα καπριά που μεγαλώνουν πολύ και ονομάζονται Μονιάδες. Δεν ενδιαφέρονται πια για τα ζευγαρώματα και είναι πλέον ξεκομμένα από κοπάδια συχνάζουν σε δυσπρόσιτα μέρη κοντά σε λούτσες και νερά. Τώρα τελευταία που γέμισε ο βιότοπος των αγριόχοιρων επεκτάθηκαν και κοντά σε μέρη που τους διασφαλίζουν τροφή. Μαντριά με ενσιρώματα και χωράφια με καλαμπόκια και λαχανικά. Η πείρα τους τα κάνει να είναι πολύ έξυπνα και η γνώση της περιοχής τους προσφέρει διαφυγή από τις πιο πονηρές παγάνες. Μπορούν λοιπόν να επιβιώνουν για χρόνια και να αναπτύσσονται φθάνοντας σε μεγάλα μεγέθη. Αποτελούν κίνδυνο για τα σκυλιά γιατί βαριά όντας, προτιμούν να τελειώνουν μια ώρα αρχύτερα με την όχληση του κυνηγετικού σκύλου, παρά να κάνουν διαφυγή δίνοντας στόχο στα καρτέρια. Αν το σκυλί δεν είναι φύση επιθετικό, μπορεί να μείνει ο Κάπρος Μονιάς ατάραχος στο γιατάκι του μέχρι να πέσει ο Ήλιος!