Εκτύπωση

Το τέλος του Κάπρου Φάντασμα

Άρθρο της κατηγορίας: ΚΥΝΗΓΟΣ

Κοιτούσα τον Κάπρο ξαπλωμένο στα πόδια μου και δεν μπορούσα να το πιστέψω βλέποντας το περήφανο ζώο. Επιτέλους…

Οι πληροφορίες κάθε Δευτέρα και Πέμπτη έφταναν βροχή στον Δήμο τον αρχηγό. Τσοπαναραίοι που πήγαιναν στα κοπάδια τους αλλά και οδηγοί που περνούσαν τον επαρχιακό δρόμο που ένωνε τα δύο Χωριά και συνέχιζε για την Πόλη τον έβλεπαν να περνά αργά και αδιάφορα στο σκοτάδι ή ακόμα και μέρα μεσημέρι. Τον έψαξε η ομάδα μερικές φορές μα πουθενά! Λες και πατούσε ένα κουμπί και χανόταν από το πρόσωπο της Γης. Σαν να τον κάλυπτε ένα παράξενο πέπλο μυστικότητας μέσα στο οποίο είχε φτιάξει τον μύθο του…

Η Ομάδα εκείνη την Τετάρτη είχε απλωθεί σε όλη την… Επικράτεια. Είχαμε ανέβει τρία άτομα στο Βουνό όπου τόσα γουρούνια είχαμε πάρει στα προσήλια του μήπως βρούμε κανένα ντορό. Πριν ακόμη φτάσουμε καλά-καλά πάνω, άρχισε ένα ψιλοχιονάκι να πέφτει, το όποιο όμως ήταν τόσο ασθενικό που δεν μας πτόησε. Οι υπόλοιποι μείναμε κάτω δίπλα στο χωριό κοντά στο ποτάμι όπου κάποιος είπε πως είχε δει πριν μέρες γουρούνια σε ένα απίθανο μέρος.

Η ιχνηλασία μας μέσα στο κρύο ήταν δύσκολη. Όλα παγωμένα και τίποτα εμφανές. Μα μαθημένοι να κάνουμε την δουλειά μας είχαμε αποφασίσει να «κόψουμε» όση περιοχή περισσότερη μπορούσαμε. Σωστό από την μία, μα σαν φτάσαμε στο τέλος της διαδρομής το τα «σπιθούρια» από το χιονάκι άρχισαν να γίνονται νιφάδες. Με βιασύνη περισσή βρεθήκαμε στο αμάξι μην μας πιάσει το χιόνι στην κορυφή πάνω και πως κατεβαίνουμε μετά. Καθώς κατηφορίζαμε θαμάζαμε την ιδιοτροπία της Φύσης. Εκεί κάτω, άλλος Ήλιος, άλλος Θεός, άλλος καιρός!

Χτύπησε το τηλέφωνο. Ο αρχηγός μας έλεγε πως πρέπει να κινηθούμε σε μια περιοχή που ο Σάκης την ήξερε καλά. Ένα γουρούνι βγήκε από ένα καλαμποκοχώραφο και ακολουθούμενο από τα σκυλιά την έκανε για το μέρος εκείνο. Μέχρι να φτάσουν εκείνοι εμείς ήδη ήμασταν εκεί. Και καθώς σταματήσαμε το τζιπ να αφουγκραστούμε πριν ακούσουμε το κουδουνάκι, βλέπουμε τον σκύλο μας να τρέχει μέσα σε ένα χωράφι με τριφύλλι και το αγριογούρουνο να μπαίνει στο δάσος από λεύκες πεντακόσια μέτρα μακριά και αριστερά μας! Συναγερμός! Όλα άλλαξαν ξαφνικά…

Μετά από ένα κυνηγητό με αυτοκίνητα στις λάσπες και μέσα από ρέματα αποφασίσαμε πως το χάσαμε γιατί το σκυλί το βρήκαμε στον αγροτικό δρόμο μπρος σε ένα τεχνητό εμπόδιο έναν τσιμενταύλακα άρδευσης. Σε λίγο ήρθε και το άλλο και εκεί σταμάτησαν. Απέναντι ήταν μια θάλασσα με βάτα και ως εκ τούτου αδιάβατη. Για εμάς ναι, για την Σκρόφα; Βούτυρο!

Τι είχε γίνει; Το πρωί είχαν πάει να δουν οι υπόλοιποι γύρω από το ποτάμι στο Βαρκό ένα μέρος που ήταν φουλ στα ίχνη. Κατέβηκε όλο το κλιμάκιο από τον αρχηγό και τον Μπάρμπα- Νάσιο ειδικό Ιχνηλάτη μέχρι τον Λαγοκυνηγό που μας το μαρτύρησε και δύο νεώτερα παιδιά της παρέας. Όλοι τους δυνατοί κυνηγοί. ΑΛΛΑ…

Αλλά κανείς δεν είχε όπλο μαζί του. Βλέπετε η παρέα μας αρέσκεται να κυνηγάει με στυλ. Πρώτα ιχνηλασία. Μιας και τα 4Χ4 ήταν κοντά τι να τα κάνουν τα ντουφέκια;; Περιττό βάρος. Έλα όπως που τα αγριογούρουνα ήταν από κάτω τους και με τις φωνές που άκουγαν καθώς ανέλυαν τα ίχνη πετάχτηκαν; Είδαν ένα κοπάδι να είναι μπρος τους στο καθαρό οργωμένο χωράφια και εκείνοι απλά να το κοιτάζουν! Σκηνή βγαλμένη από ταινία θαρρείς του κωμικού κινηματογράφου! Έβαλαν σκυλιά στον ντορό και από εκεί στο καλαμποκοχώραφο από όπου και μόνο μια σκρόφα μεγάλη έφυγε από το σημείο που ένας κατρεριτζής μόλις εγκατέλειψε… (Ξέρεις από πού θα περάσει το καπρί; Λεγανε οι παλιοί πάντα από όπου φεύγεις από εκεί θα περάσει.) Ξαναβάλαμε ένα σκυλί πάλι στην αρχή. Ο Αζορ δεν είχε όρεξη μετά το πρωινό κρύο ούτε για πλάκα να μπει μέσα στα αγκάθια και βάτα που ήταν γεμάτο το ρέμα ούτε να βρέξει την γούνα του στο ρέμα. Κυρίως γιατί γουρούνι δεν υπήρχε πλέον εκεί ούτε σαν μυρουδιά μετά το λιώσιμο της πάχνης.

Όμως ο Αρχηγός είναι πάντα ένα βήμα μπροστά.

-«Είσαστε για ένα ζώμα ακόμη; Έχω ένα σίγουρο!»

-«Ποιος τυφλός δεν θέλει το φως του;» Η απάντηση από όλους καθώς ήδη ήμασταν στα αυτοκίνητα.

Κάτι φίλοι κτηνοτρόφοι είδαν μέρα μεσημέρι το θηρίο του χωριού να περνάει μπρος τους. Δίπλα στα προβατάκια φαινόταν στην αρχή σαν γελαδούλα τόσο ράθυμα που περπατούσε. Πέρασε δίπλα τους και όταν πήγαν να πετάξουν πέτρα να αφήσει τα σκυλιά που το γαβγιζαν, εκείνο απλά τους «φύσηξε» και τους έκαμε να μαζευτούν. Συνέχισε την πορεία του μέχρι ένα πουρναροτόπι. Εκεί ήμασταν και το σχέδιο ήδη ήταν στο μυαλό του Αρχηγού. «Εσείς στα βράχια απέναντι από το ρέμα. Εσύ Γιώργο εκεί που ντουφέκισες εκείνο το καπρι που τραυμάτισες πρόπερσι και εσύ Σάκη παραπάνω που πήραμε το καπρι τότε με τον Τσακίρ. Ο Δημήτρης από την άλλη στις κεραίες δίπλα και όλοι οι άλλοι πιο παραπάνω, άλλοι πιο παρακάτω. Όπως πιάνετε πάντοτε. Δεν ξανακούω κουβέντα. Με το καλό.»

Το Καπρι βρέθηκε κάτω, δίπλα στο ρέμα, αφού ταλαιπώρησε όλους τους παγανιέρηδες γιατί ήδη είχαν περάσει δυο κοπάδια γίδια από εκεί. Το σκυλί το είχε στάμπα και ακόμη ένα σκυλί μπήκε στον ντορό του. Σηκώθηκε.

Στα καρτέρια σιωπή. Είδα τον Σάκη να κινείται γοργά προς το μέρος μου από τα αριστερά μου στην άλλη πλευρά μια «σούδας» που κατέβαινε στο ρέμα. Εκείνη την στιγμή είδα τον Κάπρο. Σήκωσα το όπλο. Ήταν ακόμη μακριά και ίσως ο Σάκης να το προλάβαινε στο γοργοπάτημα του. Εκείνος πάλι δεν το πολυέβλεπε καλά γιατί πλέον ήταν από κάτω του στην πλαγιά και το κάλυπτε η χαμηλή βλάστηση. «Άστο για τον Γιώργη Σκέφτηκε». Από την μεριά μου το είδα να ψηλώνει. «Άσε το για τον Σάκη πιο κοντά του θα βγεί». Ξάφνου και ενώ το έχασα από τα μάτια μου ακούω να πέφτουν τρία όπλα! «Τρέξε να το τελειώσεις μου φωνάζει» εγώ όπως έτρεχα προς την πορεία του Κάπρου, αφού άκουσα το να το τελειώσεις θάρρεψα πως είχε μειώνει Άκη τραυματισμένο σοβαρά. Δύο Δευτερόλεπτα; Ένα. Αρκούσε. «Τρέχα πάλι, μου λέει, ρε τι κάθεσαι φεύγει!» προλαβαίνω να βγω σε κάτι βράχια και περνούσε μπρος από το αυτοκίνητο. Το αφήνω και μου γυρίζει την πλάτη καθώς του ρίχνω δύο ντουφέκια.

Το πρώτο μου φάνηκε να το παίρνει, γιατί γλίστρησε και έπεσε και το δεύτερο μάλλον πήγε στο χώμα. Έφευγε με χίλια. Πέρασε κάτω από τον Δημήτρη στις κεραίες. Γρήγορα στο Τζιπ! Έρχεται και ο Στέλιος που ήταν στην παγάνα και οι τρεις πάμε για ένα σημείο που το λογαριάζαμε ότι θα έρθει εκεί. Στο σύρραχο που οδηγούσε κοντά στο ρέμα που υπολογίζαμε ότι θα έρθει, έπιασα εγώ και αριστερά μου ο Σάκης, ενώ δεξιά ο Στέλιος.

Τα αλυχτίσματα των σκυλιών μαρτύρησαν την σωστή μας επιλογή. Το είδα να γυρίζει και να κυνηγάει τα σκυλιά που όταν στο μέτρο πίσω του. Λογάριαζα να βγει στον Στέλιο αλλά εκείνο μόλις κυνήγησε τα σκυλιά, κινήθηκε προς ένα κοπάδι πρόβατα που βοσκούσαν εκατό μέτρα πιο πέρα. Λες και ήξερε ότι τα σκυλιά του κοπαδιού θα ήταν οι σωτήρες του, μιας και θα κρατούσαν πίσω τα κυνηγόσκυλα μας. Τότε το όπλο μου που το σημάδευε ώρα, βρόντηξε.

Αν θέλει ο Θεός όλα παίρνονται και αν δεν θέλει όλα χάνονται! Μια βολή πάνω από εκατό μέτρα και το γουρούνι περπάτησε άλλα δέκα και έπεσε, Καρδιά…

Τα Τσομπανόσκυλα έμειναν φοβισμένα πίσω από την θέα του θηρίου να γαβγίζουν από μακριά και τα σκυλιά μας πλέον το δάγκωναν νεκρό. Έφτασα εκεί. Είχε άλλα δυο μονόβολα πάνω του και μπόρεσε και έκανε τρία χιλιόμετρα! Ένα στην κοιλιά από τον Σάκη, και ένα διαμπερές δικό μου στην πλάτη ψηλά. Και την τελευταία βολή στην καρδιά.

Ούτε δύο ώρες δεν πήρε και τελείωσε ο βίος του Κάπρου που λυμαίνονταν τις ταΐστρες και τα ενσιρώματα των κτηνοτρόφων. Για μια φορά ακόμα θαύμασα το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ένας Κάπρος δυνατός, αν και έχει χτυπηθεί σοβαρά και κατάλαβα την παροιμία: «Σαν το Καπρι το προδομένο πήγε…».