Εκτύπωση

Τα ναρκοπέδια του Γράμμου

Άρθρο της κατηγορίας: ΚΥΝΗΓΟΣ

«Στου Γράμμου τα ψηλά βουνά τα κορφανταριασμένα...» Έτσι ξεκίναγε ένα παλιό δημοτικό τραγούδι που αναφέρονταν σε ένα αδικοχαμένο πολεμιστή στις μαύρες εποχές του Εμφυλίου, που πάντα μου έρχεται στο μυαλό σαν ανηφορίζω ψηλά μέσα στα ανήλιαγα δάση του...
Γράμμος, ένα από τα πιο γνωστά κυνηγοτόπια της πατρίδας μας. Εκεί που τα ατέλειωτα αλπικά κυνηγοτόπια και τα αχανή δάση, προσφέρουν μια εναλλαγή θηραμάτων αξιοπρόσεκτη. Πουθενά αλλού δεν θα δει κανείς ίσως να κυνηγιέται η πέρδικα, ο λαγός, η μπεκάτσα και το αγριογούρουνο τόσο κοντά. Και αν επιτρεπόταν θα ήταν βέβαια ένα από τα καλύτερα κυνηγοτόπια για το ζαρκάδι που αφθονεί στην περιοχή, παράλληλα με την αρκούδα που τρέφεται από αυτό. Εκεί υπάρχει πληθυσμός Αγριόγιδου που είναι προστατευόμενο από τον Νόμο φυσικά, αλλά και από όποιον άνθρωπο έχει δύο δράμια μυαλό στο κεφάλι του και κυρίως από όλους τους Κυνηγούς που το καμαρώνουν.
Όμως το βουνό αυτό με τα ατέλειωτα άγρια πευκοδάση και τα δροσερά δάση οξιάς και ελάτου αποτέλεσε το πεδίο της τελευταία πράξης του δράματος του ξενοκίνητου Εμφυλίου που σπάραξε την πατρίδα μας για χρόνια. Θα πει κανείς και τι αφορά αυτό ένα κυνηγετικό έντυπο; Φυσικά τίποτα που να ενδιαφέρει τον Κυνηγό, πλην ίσως αν αναφέρουμε ιστορίες ανταρτών και στρατιωτών που για να αλλάξουν το μενού τους το έριχναν στο κυνήγι που και που. Τίποτα, αν δεν είχε αφήσει την πληγή των διάσπαρτων ασήμαντων και αχαρτογράφητων ναρκοπεδίων και παγιδεύσεων, που για δεκαετίες ταλάνιζαν την κτηνοτροφία και τον κυνηγετικό κόσμο.
Τον φόβο των ναρκοπεδίων του Γράμμου μας τον ενστάλαξε στην καρδιά μαζί με το μπόλι της αγάπη για το βουνό ο παππούς μου, ο οποίος από θαύμα σώθηκε όταν περπατώντας μετά τα «γεγονότα του εμφυλίου και τις καταστάσεις» όπως το έλεγε, έπεσε σε νάρκη. Μα πάνω από όλους ο ίδιος μου ο πατέρας, εντεκάχρονο παιδί τότε που βλέποντας τον παππού μου να φεύγει για το Νεστόριο, καταματωμένος πάνω στο υποζύγιο με την συνοδεία του φίλου του που στην ουσία του έσωσε την ζωή, ένιωσε πως μπορεί να μείνει χωρίς πατέρα και ανδρώθηκε σε μια μέρα. Φυσικά του άφησε ένα θραύσμα στο κόκαλο του χεριού στο μπράτσο μα αυτό δεν ήταν τίποτα για τον σκληροτράχηλο, γερόλυκο κτηνοτρόφο. Όταν μετά ως Έφεδρος Αξιωματικός στον Στρατό πήρα ειδικότητα σχετική με τα ναρκοπέδια, ήταν φυσικό επόμενο, με τόσα που είχα ακούσει για το ύπουλο αυτό όπλο, να θελήσω να το μάθω καλύτερα.
Θυμάμαι ακόμη ιστορίες γέρων σήμερα που λέγανε πως τους ορμήνευε ο πατέρας τους ο Τσέλιγκας τότε να πάνε από την μια μεριά του βουνού που ήταν τα καλύβια στην άλλη. Εκεί που ήταν τα κοπάδια ορίζοντας τους την πιο συντομότερη διαδρομή. Νέα τσοπανόπουλα τότες που ξέραν κάθε πέτρα στο βουνό και κάθε νιόβγαλτο δεντράκι στο δάσος του αντέτειναν πως:
- «Από εκεί ρε πατέρα είναι μακριά, αν κόψουμε από το ρέμα Μπαρούγκα είναι κοντύτερα».
-«Άιντε μωρέ , θα πάτε από κει που σας είπα εγώ και τον τόπο δεν θα τον μάθει η αλπούδι στην αλπού. Κι όπως θα πάτε έτσι θα γυρίσετε για να έρθετε όσο ζω!»
Ο γέρο-Τσέλιγκας ήξερε πολύ καλά ποια είναι η διαδρομή η σύντομη, μα ήξερε πως μετά τον Εμφύλιο πια ήταν γεμάτος νάρκες και παγίδες όλος ο τόπος. Θέλοντας να μην φοβίσει τα παιδιά δεν έλεγε για νάρκες, μα ΔΙΑΤΑΖΕ με τον τρόπο εκείνο τον παλιό, που αμφιβολία δεν άφηνε καμία, μα ούτε πιθανότητα να παρακούσεις, ώστε να γυρίσουν πίσω ζωντανά. Αργότερα μεν αλλά με ασφάλεια.
Τόσο οι Αντάρτες του ΔΣΕ όσο και οι στρατιώτες του Εθνικού Στρατού συνήθιζαν να ναρκοθετούν για ασφάλεια γύρω από τα σημεία άμυνας. Ειδικά κατά την τελική φάση των επιχειρήσεων που οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες οι ναρκοθετήσεις και οι παγιδεύσεις γινόταν χωρίς σχέδιο και πρόχειρα κατά το βούλεσθαι! Και όταν ένα σημείο έπεφτε τότε κανείς δεν νοιαζόταν φυσικά για να «καθαρίσει» και να ασφαλίσει τον τόπο όσο η μάχες μαίνονταν. Όταν το μακελειό τελείωσε όλοι βιάστηκαν να εξαφανιστούν. Άλλοι για αυτοεξορία στην Σιβηρία και άλλοι στα χωριά και στις πόλεις ξανά από την αρχή, να συμμαζέψουν ξανά τον τόπο από την καταστροφή που έγινε...
Τα χρόνια πέρασαν και εκεί πάνω στα βουνά μαζί με την κτηνοτροφία γύρισαν και οι κυνηγοί. Και όσο οι πόλεις μας γίνανε φυλακές τόσο πιο πολλοί, συχνότερα, σπάζοντας τα δεσμά με το σύγχρονο τρόπο ζωής που για κάποιους απλά είναι ανυπόφορος, αναζητώντας ανάσες λευτεριάς ανηφορίζουν στα ψηλά βουνά.
Μα τα ναρκοπέδια όπως και τα κόκκαλα των άταφων νεκρών στις απροσπέλαστες πλαγιές που ξάσπριζαν με την εναλλαγή του καιρού και τα χρόνια δεν έφυγαν με την λήξη των εχθροπραξιών όπως οι αντίπαλοι. Έμειναν εκεί στοιχειώνοντας σαν δράκοι κρυμμένοι σιωπηλοί και φαντάσματα από άλλη εποχή τον τόπο. Για χρόνια το βουνό αποτέλεσε Στρατιωτική Ελεγχόμενη Περιοχή και ακόμη και οι κτηνοτρόφοι είχαν μεγάλο περιορισμό στις βοσκές του. Το 1997 επιτέλους ανακοινώθηκε ότι ο Γράμμος «καθάρισε» με την άοκνη για χρόνια και σιωπηλή εργασία του Μηχανικού του Ελληνικού Στρατού. Χωρίς τυμπανοκρουσίες με συστηματική δουλειά το μεγαλύτερο επισκέψιμο τμήμα του Βουνού χτενίστηκε από ομάδες ναρκαλιευτών.
Μα το Βουνό είναι τεράστιο και είναι όλο κυνηγοτόπι. Το σκυλί σαν μπει βαθιά στο δάσος θα ακολουθήσει διαδρομή που ίσως ποτέ δεν πήρε ούτε κοπάδι, σε δυσπρόσιτα μέρη. Σε ανήλιαγα ρέματα και χαράδρες που μόνο αρκούδια και λύκοι τα σκίζουν άφοβα, σε κλειστά που μόνο κάπροι μονιάδες γιατακιάζουν. Αν πάει ο σκύλος θα πάς και εσύ. Και εκεί, από ότι ξέρω γιατί τα μέρη τα γνωρίζω καλά, δεν έχει πάει ποτέ κανείς. Λένε ντόπιοι κυνηγοί ότι είναι σημεία στα οποία «ποτέ κανείς δεν έψαξε τίποτα, ούτε για λίρες από τον φόβο για τις νάρκες».
Στην πραγματικότητα ο κίνδυνος μετά την παρέλευση τόσων δεκαετιών δεν είναι μεγάλος γιατί και τα μη διαρραγέντα βλήματα και οι νάρκες έχουν οξειδωθεί και καταστραφεί το πιθανότερο από την υγρασία, άλλα και τα χρόνια. Αλλά η πιθανότητα δεν είναι σιγουριά. Όταν μπεις μέσα στο δάσος σε σημεία που είναι πολύ απόμακρα και ίσως απροσπέλαστα για όλους, πλην κυνηγών, τότε το μόνο σίγουρο είναι πως θα δεις απομεινάρια εκείνης της εποχής.
Όμως για πολλά χρόνια τα δάση του Γράμμου ήταν πραγματικά επικίνδυνα. Πολλές ιστορίες ακούγονταν και φτάνουν ακόμα και σήμερα να λέγονται, ως μνήμες όχι μακρινές για ζώα πού σκοτώθηκαν. Σαν μπήκαν μέσα σε χαράδρες που πράγματι δεν μπορεί να πάει άνθρωπος εύκολα, γιατί πρέπει να διαβεί «σάρες» που για τα ζώα μεν, είναι ευκολοδιάβατες μα ακατόρθωτες σχεδόν για εμάς.
Πάντα στο μυαλό του κυνηγού όταν περιδιαβαίνει στον Γράμμο, αυτό το μαγικό Βουνό που έτυχε η ιστορία του να ταυτιστεί με κομβικό σημείο της νεώτερης ιστορίας μας, υπάρχουν δύο φόβοι. Αρκούδα και νάρκες. Ο μεν πρώτος είναι θαρρώ πιο πραγματικός αν σκεφτεί κανείς πόσες αρκούδες κόβουν βόλτα στο βουνό και τις ξέρουμε. Και κόντρα σε ότι λέγεται από «οικολογούντες» είναι πολλές! Τον δεύτερο είναι πολύ εύκολο να τον ξεπεράσεις αν δεν μπεις βαθιά στο δάσος μακριά από κάθε μονοπάτι και σε δυσπρόσιτα μέρη. Η αλήθεια είναι ότι έχει γίνει πολλή δουλειά στο βουνό από τον Στρατό. Μα αν σκεφτεί κανείς πως απέναντι από το χωριό Γράμμος σε σημείο που χρόνια ήταν στάλος από γελάδια, με μια κατεβασιά του Αλιάκμονα από ξαφνική νεροποντή, αποκαλύφθηκε οβίδα πυροβόλου πρόπερσι αυτό τα λέει όλα.
Γράφοντας τούτες τις αράδες δεν μπορώ παρά να σκέφτομαι τα βαθύσκιωτα δάση και τα αλπικά λιβάδια του Γράμμου και να ανυπομονώ να ανηφορίσω πάλι εκεί.
Εκεί από όπου τελικά δεν έπρεπε ποτέ να φύγω...